ey website mental

COVID-19: Πώς επηρεάστηκε η ψυχική υγεία των εργαζόμενων στην Ελλάδα;

Σχετικά Θέματα

Ηπανδημία και τα πρωτόγνωρα μέτρα που υιοθετήθηκαν για την αντιμετώπισή της, είχαν, όπως ήταν φυσικό, άμεσες επιπτώσεις στην ψυχική υγεία όλων μας, ιδιαίτερα των εργαζόμενων, που κλήθηκαν να προσαρμοστούν άμεσα σε μία νέα πραγματικότητα. Ως EY, για να διερευνήσουμε σε μεγαλύτερο βάθος τις διαστάσεις αυτού του προβλήματος, προχωρήσαμε, σε συνεργασία με τη Hellas EAP και το Εργαστήριο Πειραματικής Ψυχολογίας της Σχολής Ψυχολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, σε μια έρευνα για την ψυχική υγεία και ευεξία των εργαζόμενων στη μετά-COVID εποχή.

Τα ευρήματα επιβεβαιώνουν τις ανησυχίες, καθώς αναδεικνύουν αυξημένες τιμές κατάθλιψης, σωματοποίησης, άγχους, θυμού και μοναξιάς, ανάμεσα στους 1.232 εργαζόμενους από τον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα που συμμετείχαν στην έρευνα. 

Αυξημένες ενδείξεις κατάθλιψης, άγχους, θυμού και μοναξιάς

Η έρευνα κατέγραψε υψηλά ποσοστά για μια σειρά από συμπτώματα που σχετίζονται με την κατάθλιψη, με περισσότερους από έναν στους τρεις εργαζόμενους να αισθάνονται μελαγχολία (35%), απαισιοδοξία για το μέλλον (35%), ή να δηλώνουν ότι δεν έχουν όρεξη για τίποτε (34%).

Αρκετά εκτεταμένα είναι και τα φαινόμενα άγχους, καθώς δυο στους τρεις (68%) αισθάνονται νευρικότητα ή εσωτερική ταραχή, 40% βρίσκονται σε υπερένταση, ενώ 19% αναφέρουν ότι νιώθουν φόβο χωρίς λόγο και 8% ότι βιώνουν κρίσεις πανικού.  

Αυξημένες είναι και οι εκδηλώσεις θυμού, με το 70% των ερωτώμενων να αισθάνονται εκνευρισμό, και 2 στους 10 να αναφέρουν ότι μπλέκουν συχνά σε λογομαχίες.

Τέλος, 50% των συμμετεχόντων δηλώνουν ότι αισθάνονται από λίγη ως πάρα πολλή μοναξιά, ενώ το 17% αισθάνονται απομονωμένοι.

Τα προβλήματα αυτά φαίνεται να σωματοποιούνται, να εκφράζονται, δηλαδή, και μέσω σωματικών συμπτωμάτων. Ένας στους τρεις εργαζόμενους (35%) δηλώνει ότι εμφάνισε αδυναμία και ζαλάδα, 15% έχουν ναυτία ή στομαχικές διαταραχές, και 1 στους 10 δυσκολία στην αναπνοή.

Πιο επιβαρυμένες οι γυναίκες και οι ηλικιακά νεότεροι εργαζόμενοι 

Σύμφωνα με την έρευνα, οι συνθήκες της πανδημίας έχουν επηρεάσει όλες τις επιμέρους ομάδες των εργαζόμενων, ωστόσο, τα προβλήματα φαίνεται να είναι εντονότερα στις γυναίκες, οι οποίες εμφανίζουν υψηλότερες τιμές άγχους, κατάθλιψης και σωματοποίησης από τους άνδρες συμμετέχοντες, ενώ εμφανίζουν και χαμηλότερη τιμή ποιότητας ζωής.

Μόνο έκπληξη δεν πρέπει να προκαλεί το εύρημα αυτό, καθώς οι γυναίκες, παράλληλα με την εργασία τους, έχουν συχνά δυσανάλογη ευθύνη για περισσότερες δραστηριότητες. Ειδικά στην περίοδο των lockdowns, και ενόσω εργάζονταν από απόσταση, κλήθηκαν, παράλληλα, να φροντίσουν τα παιδιά, τις δουλειές του σπιτιού, ή να υποστηρίξουν ηλικιωμένα άτομα της οικογένειάς τους.

Ωστόσο, την ίδια ώρα, η παρουσία παιδιών στην οικογένεια φαίνεται να λειτουργεί θετικά, μειώνοντας τις όποιες ψυχολογικές επιπτώσεις της πανδημίας, καθώς οι εργαζόμενοι που έχουν παιδιά εμφανίζουν χαμηλότερα ποσοστά άγχους, κατάθλιψης, σωματοποίησης και μοναξιάς, ενώ σημειώνουν και υψηλότερες τιμές ποιότητας ζωής.

Υψηλότερες τιμές άγχους, κατάθλιψης, σωματοποίησης και θυμού παρουσιάζουν, επίσης, οι νεότερες ηλικίες, ενδεχομένως επειδή αισθάνθηκαν εντονότερα τους περιορισμούς του εγκλεισμού και της κοινωνικής αποστασιοποίησης. Οι νεότεροι είναι τεχνολογικά προηγμένοι και, παράλληλα, απολαμβάνουν τις κοινωνικές επαφές πέρα από την οικογένεια. Ο χώρος εργασίας είναι ένας χώρος για να κτίσουν κοινωνικές επαφές που να έχουν νόημα – και όχι μόνο για τη συνεργασία – ενώ, η ανεξαρτησία να είναι ο εαυτός τους και η ελευθερία είναι εξαιρετικά σημαντικά στοιχεία που στερήθηκαν με την πανδημία.

Ευεξία και εργασιακή ποιότητα ζωής

Οι ανατροπές στην καθημερινότητα έχουν επηρεάσει σημαντικά και την ποιότητα ζωής των εργαζομένων. Έτσι, 40% δηλώνουν ότι δυσκολεύονται να διαχειριστούν τα επίπεδα του στρες που έχουν, ενώ 27% πιστεύουν ότι έχουν επηρεαστεί αρνητικά οι διαπροσωπικές τους σχέσεις. Παράλληλα, 3 στους 10 δηλώνουν ότι δε διατηρούν καμία αρμονία / ισορροπία ανάμεσα στην προσωπική και επαγγελματική τους ζωή. 

Η διαπίστωση αυτή έρχεται να επιβεβαιώσει και τα ευρήματα της μεγάλης έρευνας της ΕΥ για την επιχειρηματική ηγεσία στην Ελλάδα, που είχε καταγράψει μια σημαντική αύξηση του αριθμού των εργαζόμενων που δήλωναν ότι αισθάνονται σημαντική πίεση στη δουλειά τους.

Σύμφωνα με αυτή την παλαιότερη έρευνα της ΕΥ, που δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο του 2021, η εικόνα των επικεφαλής των ελληνικών επιχειρήσεων μεταξύ των εργαζόμενων βελτιώθηκε μετά την πανδημία, καθώς 4 στους 10 εργαζόμενους αξιολόγησαν ως πολύ θετική τη διαχείριση που έκαναν κατά την κρίση του κορωνοϊού. Ως αποτέλεσμα, το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι «αγαπούν πολύ» την εταιρεία τους, αυξήθηκε οριακά σε σχέση με πριν την πανδημία, από 63% σε 67%, με τη βελτίωση αυτή να προέρχεται κυρίως από τους νεότερους εργαζόμενους.

Ωστόσο, η πρόσφατη έρευνά μας αναδεικνύει έναν χαμηλότερο βαθμό ικανοποίησης ως προς την υποστήριξη που παρέχει η επιχείρηση στην αντιμετώπιση των ψυχολογικών προβλημάτων των εργαζόμενων. Μόλις 4 στους 10 στον ιδιωτικό και 1 στους 10 στον δημόσιο τομέα, πιστεύουν ότι ο οργανισμός τους φροντίζει για την ψυχική τους υγεία και ευεξία. Συγχρόνως, μόνο 36% των εργαζόμενων του ιδιωτικού τομέα και 9% του δημοσίου, θεωρούν ότι ο οργανισμός τους δίνει τη δυνατότητα σε όλους τους εργαζόμενους να μιλούν ανοιχτά για τα θέματα ψυχικής υγείας, ενώ λιγότεροι από τους μισούς (48%) γνωρίζουν πού πρέπει να απευθυνθούν για να λάβουν υποστήριξη μέσα στον οργανισμό τους, όταν αντιμετωπίζουν θέματα με την ψυχική τους ευεξία.

Μεταξύ των δράσεων που θα ήθελαν να δουν οι εργαζόμενοι σχετικά με την ψυχική υγεία και ευεξία, περιλαμβάνονται εκπαιδεύσεις σε θέματα διαχείρισης στρες και αυτό-φροντίδας (50%), δράσεις wellness (mindfulness, άσκηση, διατροφή – 45%), εκπαιδεύσεις σε θέματα αρμονίας προσωπικής-επαγγελματικής ζωής (38%) και παρουσία ψυχολόγου στον χώρο εργασίας (31%). Ένας στους δυο εργαζόμενους (52%) θεωρεί, επίσης, σημαντική την καλλιέργεια κουλτούρας σεβασμού του χρόνου μέσα από νέους τρόπους εργασίας.

Θετικές οι απόψεις για την τηλεργασία

Η έρευνα επιβεβαιώνει ότι η απομακρυσμένη εργασία έχει γίνει θετικά αποδεκτή από την πλειοψηφία των εργαζομένων. Τρεις στους τέσσερις (76%) δηλώνουν αποτελεσματικοί ενώ εργάζονται από απόσταση και 78% αισθάνονται ασφάλεια εκτελώντας τον ρόλο τους εργαζόμενοι από απόσταση. Ωστόσο, λιγότεροι από τους μισούς (49%) αισθάνονται σιγουριά ότι μπορούν να εξελιχθούν στην καριέρα τους ενώ εργάζονται από απόσταση, ενώ μόλις 48% έχουν καταφέρει να διατηρήσουν τη σωματική /ψυχική τους υγεία και ευεξία υπό αυτές τις συνθήκες. 

Οι διαπιστώσεις αυτές συμβαδίζουν με τα ευρήματα σχετικής έρευνας που πραγματοποίησε παγκοσμίως η ΕΥ, σύμφωνα με την οποία, 9 στους 10 εργαζόμενους επιθυμούν ευελιξία σχετικά με το πού και πότε θα εργάζονται, ενώ πάνω από τους μισούς (54%) θα εξέταζαν το ενδεχόμενο να παραιτηθούν από τη δουλειά τους εάν δεν εξασφαλίσουν την ευελιξία αυτή. Οι μισοί από τους ερωτηθέντες ανέφεραν, επίσης, ότι η οργανωτική κουλτούρα της επιχείρησης έχει βελτιωθεί μετά την εμπειρία της πανδημίας.

Ωστόσο, μια άλλη έρευνα της ΕΥ, αναδεικνύει την ανάγκη για μεγαλύτερη εστίαση των επιχειρήσεων στα ζητήματα που αντιμετωπίζει το ανθρώπινο δυναμικό στη μετά την πανδημία εποχή. Σύμφωνα με αυτή, ενώ εννέα στους δέκα εργοδότες υποστηρίζουν ότι το ανθρώπινο δυναμικό βρίσκεται στο επίκεντρο των σχεδίων τους για τη δημιουργία μακροπρόθεσμης αξίας, λιγότεροι από επτά στους δέκα (69%) εργαζόμενους αισθάνονται ότι ανταποκρίνεται σε ό,τι ισχύει στην πραγματικότητα.

Ενώ, συνεπώς, το ζητούμενο της μεγαλύτερης ευελιξίας φαίνεται να βρίσκει σύμφωνους εργοδότες και εργαζόμενους, είναι σαφές ότι οι επιχειρήσεις θα πρέπει να δώσουν μεγαλύτερη βαρύτητα στα προβλήματα που δημιουργεί η απότομη προσαρμογή σε αυτό το νέο εργασιακό μοντέλο. Τα προβλήματα αυτά, σε συνδυασμό με τη γενικότερη ψυχολογική επιβάρυνση των εργαζόμενων που προκάλεσε η πανδημία, απαιτούν μια νέα ανθρωποκεντρική κουλτούρα, την προσαρμογή των διοικήσεων σε νέες προσεγγίσεις ηγεσίας, αλλά και σχεδιασμού τρόπων εργασίας, και, βέβαια, μια σειρά από συγκεκριμένα μέτρα στήριξης, που θα προστατεύσουν την ψυχική υγεία και ευεξία των εργαζομένων και θα βελτιώσουν την εμπειρία τους. 

Ένα από τα θετικά συμπεράσματα της έρευνας είναι ότι η πανδημία φαίνεται να έχει συμβάλει στην ανάδειξη της σημασίας των προβλημάτων ψυχικής υγείας, αλλά και στην απενοχοποίησή τους. Για το 44% των ερωτηθέντων η ψυχική υγεία αποτελεί πλέον τη βασική τους προτεραιότητα σε σχέση με την προ-COVID εποχή, ενώ δυο στους τρείς (63%) δηλώνουν ότι η πανδημία τους βοήθησε να νοιάζονται περισσότερο για την ψυχική υγεία, τόσο τη δική τους, όσο και των άλλων. Συγχρόνως, 65% δηλώνουν διατεθειμένοι να αναζητήσουν βοήθεια από ειδικό όταν αντιμετωπίζουν αυξημένο άγχος, ενώ 29% πιστεύουν ότι η πανδημία έχει βοηθήσει στη μείωση του στίγματος σε σχέση με την ψυχική υγεία.

Ένα δίδαγμα που μας έδωσε η εμπειρία των τελευταίων ετών είναι ότι οι επιτυχημένες επιχειρήσεις είναι αυτές που διαρκώς μετασχηματίζονται για να ανταποκριθούν στις εξελισσόμενες προσδοκίες των ανθρώπων, των πελατών, των εργαζόμενων και της κοινωνίας. Η ανθεκτικότητα και η ευελιξία των επιχειρήσεων περνάει μέσα από την ψυχική ανθεκτικότητα και ευεξία των ανθρώπων τους. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, απαιτείται να δώσουν την απαραίτητη προσοχή στην προστασία και προαγωγή της ψυχικής υγείας και ευεξίας των εργαζόμενων, που απειλείται σοβαρά από την αναστάτωση που προκάλεσε η μεγαλύτερη υγειονομική κρίση του τελευταίου αιώνα. Από τον τρόπο που θα επιλέξουν να ηγηθούν της διαχείρισης και ενδυνάμωσης των ανθρώπων τους, θα μπορέσουν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη του ανθρώπινου κεφαλαίου τους και να το εμπνεύσουν ώστε να δημιουργήσει μακροπρόθεσμη αξία.

Κατεβάστε την πλήρη έκδοση της έρευνας για την ψυχική υγεία και ευεξία των εργαζόμενων στην Ελλάδα


Περίληψη

Η έρευνα της EY, της Hellas EAP και του Εργαστηρίου Πειραματικής Ψυχολογίας της Σχολής Ψυχολογίας του ΕΚΠΑ, αναδεικνύει τις επιπτώσεις της πανδημίας στην ψυχική υγεία και ευεξία των εργαζόμενων στην Ελλάδα.

Σχετικά με αυτό το άρθρο