Ως αποτέλεσμα, η ελληνική οικονομία ως σύνολο αδυνατεί να αποκτήσει ισχυρά θεμέλια ανάπτυξης, η ανεργία παραμένει σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα, οι ελληνικές επιχειρήσεις οδηγούνται σε μαρασμό, και ένα μεγάλο ποσοστό των περισσότερο ικανών και καταρτισμένων Ελλήνων μεταναστεύει σε χώρες του εξωτερικού σε αναζήτηση ποιοτικής απασχόλησης.
Οι αιτίες αυτής της ανισορροπίας καλύπτουν προφανώς ένα ευρύ φάσμα θεσμών και δομών της χώρας: τη διαχρονική εσωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, την έμφαση στην κατανάλωση, τα αντικίνητρα για τη δημιουργία και τη μεγέθυνση εξωστρεφών επιχειρήσεων, την απουσία σύνδεσης της εκπαίδευσης με τις ανάγκες της οικονομίας, αλλά και την παραδοσιακή προτίμηση της ελληνικής οικογένειας προς συγκεκριμένους εκπαιδευτικούς τομείς.
Παρότι σε μεγάλη κλίμακα οι στρεβλώσεις παραμένουν, αυξάνονται συνεχώς οι επιμέρους προσπάθειες στην ελληνική εκπαίδευση, οικονομία και κοινωνία προς μια περισσότερo υγιή και εξωστρεφή αντίληψη: εκπαιδευτικά ιδρύματα που αναπτύσσουν στενότερους δεσμούς με την υγιή επιχειρηματικότητα, αλλά και μεταξύ τους, επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε δυναμικούς κλάδους και με διάθεση να επενδύσουν σε ανθρώπινο δυναμικό και εκπαίδευση, νέοι με θετική διάθεση προς την επιχειρηματικότητα που επιδιώκουν ενεργά τη συνεχή κατάρτισή τους και την επαφή με τη διεθνή αγορά εργασίας.
Οι προσπάθειες αυτές που γεννήθηκαν και εξελίχθηκαν μέσα στις δύσκολες συνθήκες της τελευταίας δεκαετίας αποτελούν οδηγό καλής πρακτικής και μπορούν να επεκταθούν στο ευρύτερο φάσμα του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος και του επιχειρείν.
Σε κάθε περίπτωση, η αναγέννηση της ελληνικής οικονομίας έχει ως προϋπόθεση την ευθυγράμμιση τριών διαφορετικών κόσμων (αναπτυξιακές προοπτικές, επιχειρηματικότητα, εκπαίδευση) που, δυστυχώς, έως και σήμερα παραμένουν σε μεγάλο βαθμό ασύνδετοι, αλλά και αναξιοποίητοι.